Ψυχεδελικά "μαγικά" μανιτάρια - Επίδραση και παρενέργειες

Εικόνα
Υπάρχουν περίπου 25 είδη μανιταριών που περιέχουν παραισθησιογόνες ουσίες ή ψυχοδραστικά συστατικά, που είναι γνωστά ως ψιλοκίνη και ψιλοκυβίνη. Τα πιο κοινά είναι τα Strophanti (psilocybe) cubensis, Psilocybe semilanceata και Panaeolus subbalteatus. To Psilocybe cyanescens είναι το πιο δραστικό απ’ όλα. Υπάρχει άλλη μια ομάδα από την οικογένεια των Αμανιτών, όπως ο Αμανίτης ο μυγοκτόνος (fly agaric, Amanita muscaria), που είναι επίσης ψυχεδελικά, όμως η χημική τους σύσταση διαφοροποιείται σαφώς από τις ποικιλίες της ψιλοκυβίνης. Τα μανιτάρια προτιμούν τις υγρές, συχνά σκοτεινές περιοχές, συνήθως σε χωράφια ή στην περίπτωση της Amanita muscaria, κοντά σε σημύδες. Φυτρώνουν το φθινόπωρο, συνήθως μεταξύ Αυγούστου και Οκτωβρίου, ειδικά μετά από περιόδους έντονων βροχοπτώσεων. Μετά τη συλλογή, οι μύκητες συνήθως αποξηραίνονται και διατηρούνται για μετέπειτα χρήση ή ο χρήστης τα προωθεί σε φίλους ή αγοραστές. Εξαιτίας της μεγάλης διαθεσιμότητας τους, δεν παρατηρείται μαύρη αγορά στα

Όπιο: Το Ναρκωτικό των Θεών και ο ρομαντισμός του 19ου αιώνα


Αν κοιτάξουμε τις καλλιτεχνικές και πολιτικές ομάδες της «οπιούχας κουλτούρας» του 19ου αιώνα θα διακρίνουμε παντού τη σκιά του Τόμας ντε Κουίνσυ. Το 1804, ενώ ήταν φοιτητής της Οξφόρδης, ο νεαρός συγγραφέας πήρε για πρώτη φορά όπιο, με σκοπό να ανακουφιστεί από έναν επίμονο πονόδοντο. Το 1821 έπαιρνε καθημερινά έτοιμες «βιομηχανικές» δόσεις. Οι σύγχρονοι του Ντε Κουίνσυ έβλεπαν τον εθισμό του στο όπιο ως μια γελοία αδυναμία, που τον έφερνε σε δύσκολη θέση, εφόσον δεν μπορούσε να είναι συνεπής στα ραντεβού του ή στις προθεσμίες παραδόσεις κάποιας εργασίας του. Αλλά ο Ντε Κουίνσυ το χρησιμοποίησε και εμπορικά. Σύντομα, αφού έγραψε το βιβλίο του Οι Εξομολογήσεις ενός Άγγλου Οπιοφάγου, έγινε διάσημος ως ο «Άγγλος οπιοφάγος». Ο ίδιος στο βιβλίο του λέει: «Αν είχα καταλάβει απ’ την αρχή τη δύναμη αυτού του ναρκωτικού, όταν το έπαιρνα με σύνεση για να καταπραΰνω το νευρικό μου σύστημα, για να διεγείρω τις δυνατότητες ευχαρίστησης και να αντέχω όλο το 24ωρο σε κάθε εξωτερική πίεση, θα ξεκινούσα την οπιούχα καριέρα μου υπό το πρίσμα της αναζήτησης επιπλέον δύναμης κι ευχαρίστησης και όχι υπό το πρίσμα της συρρίκνωσης από τα μαρτύρια’.

Οι Εξομολογήσεις ενός Άγγλου Οπιοφάγου του Ντε Κουίνσυ είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο που δεν αναφέρεται μόνο στα ναρκωτικά, αλλά είναι μία αυτοβιογραφία της ρομαντικής φαντασίας: «Με κοίταξαν, με ούρλιαξαν, με σάρκασαν, με συζήτησαν μαϊμούδες, ψιττακίσκοι, κοκατούα. Λατρεύτηκα. Θυσιάστηκα. Θάφτηκα χίλια χρόνια σε πέτρινους τάφους με μούμιες και σφίγγες σε στενούς θαλάμους, στη καρδιά μιας αιώνιας πυραμίδας. Φιλήθηκα με καρκινικά φιλιά κροκοδείλων και ταραγμένος ξάπλωσα με ανείπωτα γλιτσιασμένα πράγματα ανάμεσα σε καλάμια και λάσπη…» Τα ναρκωτικά πιθανόν δεν κάνουν κάποιον καλύτερο συγγραφέα ή ζωγράφο από ότι είναι, αλλά του παρέχουν θέματα και έμπνευση τη στιγμή που τα έχει απόλυτη ανάγκη. Η χρήση όπιου για τον Ντε Κουίνση έγινε η εμπειρία πάνω στην οποία μπορούσε να ανακεφαλαιώσει και  γύρω από την οποία μπορούσε να γράψει την αυτοβιογραφία του.

Το όπιο, όπως και πολλά άλλα ναρκωτικά βρίσκεται σε φυσική μορφή στο βασίλειο των φυτών. Προέρχεται από το χυμό ή τη ρητίνη της οπιούχας παπαρούνας, γνωστή ως «μήκων η υπνοφόρος». Το κύριο ενεργό συστατικό της ανακαλύφθηκε το 1807 και ονομάστηκε μορφίνη, παίρνοντας το όνομα από τον θεό Μορφέα, το θεό των ονείρων. Αυτό το ναρκωτικό προκαλεί υπνηλία και αλλαγές στην αντίληψη. Ο δρ. Tony Dickenson, νευροφαρμακολόγος του πανεπιστήμιου του Λονδίνου, χαρακτηρίζει το όπιο ως εξής: «Για να καταλάβουμε πως επιδρά στον εγκέφαλο πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι στον εγκέφαλο υπάρχουν εκατομμύρια νευρικά κύτταρα που “μιλούν’’ μεταξύ τους. Επικοινωνούν μεταξύ τους με την έκκριση μιας χημικής ουσίας, που ενεργεί ως αισθητήριο νεύρο. Απ’ τη στιγμή που το αισθητήριο νεύρο εξελίσσεται, περιμένοντας την άφιξη του όπιου, η μορφίνη απλώς μιμείται τη λειτουργία των χημικών ουσιών που εκκρίνονται στον εγκέφαλο».

Ήδη στις μεσαιωνικές φαρμακοποιίες, στα πρώτα έντυπα φαρμακευτικά βιβλία, περιγράφονται οι φαρμακευτικές χρήσεις του όπιου για μια πλειάδα παθήσεων και ενοχλήσεων. Αυτός που πρώτος επινόησε τον 16ο αιώνα την παρασκευή του λάβδανου ήταν ο περιβόητος γιατρός και αποκρυφιστής Παράκελσος. Τη χρήση του διέδωσε ο άγγλος γιατρός Τόμας Σύντενχαμ γύρω στα τέλη του 17ου αιώνα. Στις αρχές του 18ου αιώνα κυκλοφορούσαν στο εμπόριο περίπου 25 διαφορετικά παρασκευάσματα λάβδανου και απευθυνόταν αναλόγως στους άνδρες και γυναίκες. Η ευφορική δράση του όπιου καθώς και εθιστική του φύση δεν πέρασαν απαρατήρητες, αλλά θεωρήθηκαν και οι δύο ως παρενέργειες ήσσονος σημασίας μπροστά στα θεραπευτικά οφέλη της ουσίας. Στην βικτοριανή εποχή οι ασθένειες και οι μολύνσεις, οι πρόωροι θάνατοι αγαπημένων προσώπων, ήταν μια αναπόφευκτη πραγματικότητα για τις περισσότερες οικογένειες. Το όπιο, που το αποκαλούσαν «γιατρικό του ίδιου του θεού», ήταν μια λύση και μάλιστα ιδιαίτερα φθηνή. Ο Τόμας ντε Κουίνσυ έγραφε το 1821: «Η ευτυχία επιτρέπεται να κοστίζει τώρα μία πέννα μόνο και  μπορεί άνετα να χωράει στην τσέπη ενός γιλέκου»…

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Άνοδος και πτώση του ψυχεδελικού ροκ

Hayao Miyazaki

Ψυχεδελικά "μαγικά" μανιτάρια - Επίδραση και παρενέργειες